Τάρισμα της γελάδας

 

    Κάθε σπίτι είχε τη γελάδα του (αγελάδα). Έπαιρνε το γάλα της , έσφαζε το μοσχάρι της και μ`αυτή όργωνε το χωράφι . Πολλοί κάτοικοι έχουν περισσότερα «γελάδια» αρσενικά και θηλυκά . Τα καλοκαίρια όμως που βοσκή δεν υπήρχε έπρεπε τα βόδια να «ταριστούν» στο βουνό . Μαζευόμασταν λοιπόν όλα τα παιδιά που είχαμε βόδια στο πηγάδι του χωριού με τα ζα μας . Εκεί που σήμερα είναι το κοινοτικό κατάστημα ήταν τα δυο πηγάδια μας . Το επάνω ήταν για τους κατοίκους και το κάτω που είχε γούρνες γύρω γύρω ήταν για το πότισμα των ζώων .

   Εκεί λοιπόν ήταν το απογευματινό μας ραντεβού. Ποτίζαμε τα ζωντανά μας και όλοι μαζί με φωνές με βέργες και με τραγούδια οδηγούσαμε ως τους πρόποδες του βουνού Σερβούνι προς «Σκώλο» κ.λ.π. και εκεί τ`αφήναμε . Αυτά έσκυβαν στη βοσκή και όλη νύχτα έβοσκαν προχωρώντας όλο και πιο μακριά .

    Εμείς αφού τα συνοδεύαμε ως εκεί  «τα ταρίζαμε» δηλ. γυρίζαμε παίζοντας και τραγουδώντας στο χωριό . Την άλλη μέρα κατά το γιόμα 11 η ώρα συγκεντρωνόμαστε στου «Σταυρή» τις μουριές εκεί που σήμερα είναι του δάσκαλου κ. Μάτζαρη το σπίτι και περιμέναμε να γυρίσουν μόνα τους τα ζώα για να πιουν νερό . Εκεί λοιπόν ήταν ένα σωστό γλέντι. Ήταν η πιο καλή ώρα των παιδιών για παιχνίδι και των γυναικών για κουτσομπολιό . Οι γυναίκες πάντα κάθονταν με τις ρόκες μακριά από μας τα παιδιά σ`άλλους ίσκιους . Η χαρά μας ήταν τρελή όταν από τα δυο μονοπάτια (εκεί που είναι τα σπίτια τώρα των Μπαλτάδων και απ`εκεί που είναι του Σταύρου του Λάμπρου Πατσαβούρα)αγνάντευαν τα ζωντανά μας .

   Από πολύ μακριά τα γνωρίζαμε και τρέχαμε στο πηγάδι ,βγάζαμε νερό με τους κουβάδες γεμίζαμε τις γούρνες για να πιουν. 

   Όλο το μεσημέρι τα βόδια «στάλιαζαν» στους ίσκιους αναχαράζοντας ήρεμα την τροφή τους και το απόγευμα πάλι τα ταρίζαμε για το βουνό . Το μικρό μας πανεπιστήμιο ήταν το τάρισμα των γελαδιών . Πόσα δεν μαθαίναμε εμείς οι μικροί από τους μεγάλους !

   Εκεί και στο φύλαγμα των γαλιών και των γιδοπροβάτων που για μας τους μαθητές γινόταν τα καλοκαίρια μαθαίναμε τα ωραιότερα παραμύθια από τον Σταύρο Τριτσώνη (Μπέκο) τα πιο δύσκολα αινίγματα και τις πιο παράξενες ιστορίες . Ο Σταύρος ήταν μεγαλύτερος . Έπαιρνε κρυφά από το σχολείο παραμύθια (το σχολείο ήταν στον πρώτο όροφο του σπιτιού του) τα διάβαζε και ερχόταν να μας τα διηγηθεί.

    Δεν θα ξεχάσω ποτέ με τι αγωνία περίμενα ν` αρθεί 11 η ώρα να συγκεντρωθούμε γύρω από τον Γιώργη τον Κακαβά (Αργύρη) που ζει σήμερα στον Άγιο Λουκά . Εκείνος πήγαινε σχολαρχείο και διάβαζε πολύ . Ήταν και ψάλτης . Απ`αυτόν άκουσα για πρώτη φορά τις «Δυο ορφανές» και τους «Αθλίους»  . Μας τα έλεγε λίγο λίγο όχι μόνο γιατί δεν πρόφταινε αλλά και να μας κρατά σε αγωνία .