Αρραβώνας

 

   Στους αρραβώνες γινόταν γλέντι τρικούβερτο . Από την Πέμπτη τρία κορίτσια με «καλέσματα» γύριζαν στο χωριό και καλούσαν τους συγγενείς , κουμπάρους και φίλους για τ`αρραβωνιάσματα του Σαββάτου που γινόντουσαν και γίνονται στο σπίτι της νύφης .

    Έσφαζαν αρνιά και τάκαναν τον πατροπαράδοτο καπαμά με μακαρόνια , έφτιαχναν τηγανίτες , λουκουμάδες και κουραμπιέδες . Έψηναν τσουρέκια στο φούρνο της αυλής με κεντήματα πάνω . Τα τσουρέκια τα ζύμωναν κοπέλες που είχαν γονείς και ήταν έτοιμες να παντρευτούν .

   Και σαν ήταν όλα έτοιμα φαΐ , κρασί μπόλικο , μόλις σουρούπωνε έφταναν οι συμπέθεροι του γαμπρού στο σπίτι της νύφης με τραγούδια και τα δώρα της νύφης που έφερνε ο γαμπρός .Καλή φορεσιά, παπούτσια , ταψί με τηγανίτες ή λουκουμάδες και φυσικά τις βέρες . Η νύφη στολισμένη με τα φουστάνια τα κοφτά , τη ζακέτα τη γυαλιστερή με το μεταξωτό υποστήθιο και τη μαντίλα την καλή με τις πούλιες , περίμενε στην πόρτα του σπιτιού με τους γονείς της , για να υποδεχτούν τους καλεσμένους . Μαζί και ο παπάς με τους κουμπάρους . Μετά τις χαιρετούρες , πέρναγαν στην καλή κάμαρη . Πάνω στο τραπέζι ήταν τοποθετημένη μια εικόνα και τα διάφορα δώρα που θα αντάλλασσαν . Ένα αγόρι με γονείς σταύρωνε τρεις φορές τα δαχτυλίδια πάνω στην εικόνα και τα περνούσε τρεις φορές στα δάχτυλα των αρραβωνιασμένων . Ο γαμπρός μετά περνούσε στην νύφη διάφορα χρυσαφικά , μετά οι γονείς του και τ`αδέλφια του , όλοι από ένα δώρο . Το  ίδιο έκαναν και οι γονείς της νύφης . Όλοι οι καλεσμένοι περνούσαν και τους χαιρετούσαν . Μετά καθόντουσαν στο τραπέζι για το φαγητό . Το γλέντι κρατούσε μέχρι αργά τη νύχτα ή και το πρωί .  Την άλλη μέρα Κυριακή πήγαιναν όλοι στην εκκλησία και μετά το μεσημέρι έτρωγαν στο σπίτι  του γαμπρού και συνέχιζαν το γλέντι μέχρι το βράδυ. Φεύγοντας άλλαζαν τα τσουρέκια και από μια μπουκάλα κρασί τα δυο συμπεθεριά , καθώς και τηγανίτες ή λουκουμάδες .

«Ήρθα και σ`αρραβώνιασα

χίλια φλωράκια ξόδεψα

σου`βαλα στο λαιμό τερτίπια

και στα χέρια δαχτυλίδια .